Header Ads

Bami (BAMY) (2017) review


Με έναν προϋπολογισμό που μετά βίας φτάνει τα 700.000 γιεν (5.200 ευρώ περίπου), ο Jun Tanaka επιχειρεί να παρουσιάσει μια νέα εκδοχή της ταινίας (θρίλερ) με φαντάσματα. 
Το φιλμ έκανε πρεμιέρα στο φεστιβάλ της Οσάκα τον Μάρτιο ενώ πρόσφατα η Nikkatsu αγόρασε τα δικαιώματα.

Η εισαγωγική σκηνή παρουσιάζει άμεσα τον ασυνήθιστο τόνο της παραγωγής. 
Η Fumiko Tashiro βρίσκεται σε ένα εξωτερικό ασανσέρ που ανεβαίνει όταν παρατηρεί μια κόκκινη ομπρέλα να πετά έξω από τον ουρανοξύστη που βρίσκεται. 
Μερικές στιγμές αργότερα, την βλέπουμε να φεύγει από το ίδιο κτίριο και την ίδια ομπρέλα να πέφτει απότομα μπροστά της στον δρόμο. 
Το γεγονός ταράζει την ίδια και έναν περαστικό, ο οποίος αποδεικνύεται πως είναι ένας παλιός γνωστός της από το κολέγιο, ο Ryota Saeki.

Αμέσως μετά, η ιστορία μεταφέρεται έναν χρόνο αργότερα, με τους δυο τους να είναι αρραβωνιασμένοι και να έχουν μόλις αρχίσει να μένουν μαζί. 
Ο Ryota όμως, δεν της έχει αποκαλύψει το μυστικό του όλο αυτόν τον καιρό, πως μπορεί να βλέπει φαντάσματα, μία ικανότητα την οποία δεν καταλαβαίνει και του προκαλεί συνεχή νευρικότητα. 
Όσο περνάει ο καιρός, η ψυχολογική του κατάσταση χειροτερεύει, σε σημείο που θέτει σε κίνδυνο τόσο τον επικείμενο γάμο του όσο και την δουλειά του, σε μία αποθήκη.

Την ίδια περίοδο, γνωρίζει μια γυναίκα με την ίδια ικανότητα, την Sae Kimura, που είναι ακόμα πιο ταραγμένη από το γεγονός από τον ίδιο. 
Ένα ακόμα απρόσμενο γεγονός περιπλέκει την ζωή του ακόμα περισσότερο.

Ο Jun Tanaka δήλωσε για την ταινία: 
«Το κόκκινο νήμα της ζωής, ένας μύθος της Άπω Ανατολής για το νήμα που ενώνει τους εραστές της μοίρας, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία κατάρα. 
Δεν μπορούμε να αναγκάσουμε τα θαύματα να συμβούν με την θέλησή μας, απλώς δεχόμαστε τις βίαιες και απότομες συνέπειες μιας απίστευτα μεγάλης δύναμης. 
Κανένας δεν μπορεί να τα αποφύγει ούτε να τους αντισταθεί. 
Το νήμα του μύθου λοιπόν, αν υφίσταται, είναι σίγουρα κάτι το τερατώδες. 
Αντιμέτωπος με μία τέτοια δύναμη, ο άνθρωπος είναι πάντα μικρός και ανίσχυρος. 
Το θαύμα επιλέγει τα θύματά του κατά το δοκούν, παίζει μαζί τους και δεν υποχωρεί μέχρι το νήμα να φέρει το μοιραίο ζευγάρι κοντά»

Το στοιχείο αυτό αποτυπώνεται, οπτικά, από την σχεδόν πανταχού παρούσα κόκκινη ομπρέλα, που συμβολίζει το προαναφερθέν νήμα, την σύνδεση μεταξύ της Fumiko και του Ryota, η οποία μοιάζει αδύνατο να διακοπεί. 
Η παρουσία των φαντασμάτων αποτυπώνει το δεύτερο στοιχείο, της έλλειψης ελέγχου των ανθρώπων πάνω στην μοίρα τους, και ουσιαστικά στην ζωή τους.

Με αυτόν τον τρόπο, ο Tanaka επικοινωνεί ένα άκρως πεσιμιστικό μήνυμα, το οποίο παρουσιάζει τους ανθρώπους ως έρμαια της μοίρας, με λίγη έως καμία εξουσία πάνω της. 
Αν και το μήνυμα είναι ισχυρό, η σχέση των δύο πρωταγωνιστών δεν δικαιολογεί μια τόσο ισχυρή σύνδεση, μιας και μοιάζει με μία συνηθισμένη έως και αδιάφορη σχέση, όπου η γυναίκα έχει τον κυρίαρχο ρόλο του ηγέτη-μητέρας και ο άνδρας του αφηρημένου άνδρα-παιδί. 
Επιπλέον, το άκρως υπερρεαλιστικό τέλος κάνει το μήνυμα ακόμα πιο μπερδεμένο και αφηρημένο, καθώς το υπερφυσικό φαίνεται να δίνει την θέση του στο φανταστικό.


Από την άλλη πλευρά, η αισθητική της ταινίας είναι σχεδόν αψεγάδιαστη, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς τον προϋπολογισμό που είχε στα χέρια του ο Tanaka
Η φωτογραφία είναι εντυπωσιακή, καθώς οι αποχρώσεις του γκρίζου που κυριαρχούν στο φιλμ θέτουν ένα άκρως ατμοσφαιρικό «ντεκόρ», όπου ο τρόμος, η σύγχυση και η ανασφάλεια κυριαρχούν. 

Σε αυτό το περιβάλλον, η απεικόνιση των φαντασμάτων, των οποίων τα πρόσωπα βρίσκονται πάντα στην σκιά χωρίς ποτέ να εμφανίζονται στην οθόνη, γίνεται ακόμα πιο δυσοίωνη, καθώς δικαιολογεί, επίσης, την ψυχολογία του Ryota, ο οποίος τα διακρίνει παντού. 
Η απεικόνιση αυτή οφείλει τα μέγιστα στον φωτισμό, ο οποίος βρίσκεται σε πολύ υψηλό επίπεδο, κάτι που ισχύει και για το καδράρισμα (framing), το οποίο παρουσιάζει μια σειρά από πολύ ενδιαφέρουσες προοπτικές της δράσης σε συνάρτηση με το κάθε σετ.

Η αίσθηση πως κάτι πολύ κακό πρόκειται να συμβεί ενισχύεται ακόμα περισσότερο από το soundtrack, το οποίο αποτελείται κυρίως από απόκοσμες ψαλμωδίες, και τον ήχο, όπου ο Tanaka εφάρμοσε μια ασυνήθιστη τεχνική. 
Η ένταση ανεβαίνει σταδιακά σε συγκεκριμένες σκηνές, αλλά την στιγμή της κορύφωσης έρχεται απότομα η απόλυτη σιωπή, και η αναμενόμενη, από την αύξηση της έντασης, καταστροφή δεν έρχεται ποτέ. 
Κάποιοι ίσως σκεφτούν πως η τακτική αυτή είναι εκνευριστική, αλλά στην πραγματικότητα λειτουργεί πολύ καλά, διατηρώντας μια μόνιμη αίσθηση αγωνίας, καθόλη την διάρκεια του φιλμ.

Τέλος, απόλαυσα το γεγονός πως οι διάφορες σκηνές που οι πρωταγωνιστές φιλιούνται έχουν μία χαρακτηριστική αισθητική exploitation, όντας εκτενείς χρονικά και έντονα παθιασμένες, καθώς εκπέμπουν μία αίσθηση αφύσικου ερωτισμού.

Ο Hironobu Yunikaga ως Ryota είναι ο απόλυτος πρωταγωνιστής της ταινίας, και είναι αρκετά καλός στον ρόλο ενός άνδρα στα πρόθυρα νευρικού κλονισμού, ο οποίος προσπαθεί να κρύψει την κατάσταση του και να παρουσιαστεί ως φυσιολογικός για να διατηρήσει την σχέση του. 
Οι στιγμές που στέκεται εντελώς ακίνητος, απότομα, καθώς διακρίνει κάποιο φάντασμα, αποτελούν το απόγειο της απόδοσής του. 

Η Hiromi Nakazato είναι πειστική στον αρχετυπικό ρόλο της συζύγου-μητέρας, που αρνείται να δει πως κάτι δεν πάει καλά με τον αγαπημένο της. 
Η Misaki Tsuge ως Sae Kimura έχει έναν μικρό ρόλο, αλλά είναι πολύ καλή στην απόδοση μιας γυναίκας η οποία είναι συνεχώς τρομαγμένη. 
Η σκηνή όπου γίνεται βίαια είναι το δικό της highlight.

Το «BAMY», παρά τα κάποια λάθη στην αποτύπωση του σεναρίου, είναι ένα εξαιρετικό ντεμπούτο, το οποίο αποδεικνύει πως ο Jun Tanaka είναι ένας σκηνοθέτης που σίγουρα αξίζει παραπάνω από μία ματιά, κυρίως γιατί ένα κομμάτι της αισθητικής του Kiyoshi Kurosawa φαίνεται να υφέρπει στο στυλ του.

Αναδημοσίευση από FilmBoy.



Release Dates:
6 March 2017 (Osaka Asian Film Festival)
20 January 2018 (Japan)