Header Ads

Horrorant Classics: Αίμα στους Λόφους - The Hills Have Eyes (2006)

Γράφει ο Κωνσταντίνος Χατζηπαπάς.

Μπορεί ο Γάλλος σκηνοθέτης Alexandre Aja να δίχασε το κοινό με το φινάλε του Haute Tension, αλλά με δεδομένη την απόφαση του Hollywood να του δώσει την ευκαιρία να κάνει μια νέα έκδοση του classic The Hills Have Eyes (1977) του Wes Craven τρία χρόνια αργότερα, όλα κρίνονται επιτυχημένα.

Αν και αρχικά ακούγονταν σαν παγίδα (γιατί να προσθέσεις άλλο ένα άσκοπο remake;), o Aja ξεπέρασε όλες τις προσδοκίες, και έφτιαξε ένα φοβερό φιλμ, μία από τις σπάνιες περιπτώσεις που το remake είναι καλύτερο από το original.

Το ξαναλέω και μπορώ να το εξηγώ για ώρες.
Το The Hills Have Eyes του Aja είναι πολύ καλύτερο από αυτό του Craven.

Η ταινία ήταν απόλυτα πιστή στο πρωτότυπο, τόσο από πλευράς υπόθεσης όσο και ατμόσφαιρας, πιθανώς λόγω της παρουσίας του ίδιου του Craven ως παραγωγός.

Αν μη τι άλλο όμως, ο Aja βελτιώνει την αρχική ταινία με πολλούς τρόπους και, αν και δεν τη λες τέλεια, η ταινία του είναι σίγουρα η καλύτερη της πρόσφατης σοδειάς των remake και το πιο σημαντικό, ένα μεγάλο classic κομμάτι του κινηματογράφου τρόμου από μόνη της.

Η ταινία ακολουθεί την ατυχή οικογένεια Carter καθώς ταξιδεύει μέσα από την έρημο στο δρόμο προς το San Diego, και πέφτει θύμα μιας βάναυσης συμμορίας μεταλλαγμένων κανιβάλων.

Αυτό το απλό, ωμό στόρι είναι και ένας από τους λόγους που η ταινία λειτουργεί τόσο καλά...



Ο Aja, ο οποίος έγραψε και το σενάριο, αγνόησε σε μεγάλο βαθμό τις ασαφείς απόπειρες του Craven να συγκρίνει τις δύο οικογένειες ως ένα ειρωνικό σχόλιο για τον πολιτισμό και τη βαρβαρότητα, τα οποία είναι συνυφασμένα με την ανθρώπινη υπόσταση.

Αντ 'αυτού, εστιάζει στο γεγονός ότι οι μεταλλάξεις είναι αποτέλεσμα των αμερικανικών πυρηνικών δοκιμών και ως τέτοιες 'παίζουν' σαν grotesque εκδικητικά υποπροϊόντα της σύγχρονης κοινωνίας.

Όσον αφορά την αφήγηση, εκτός από μια διασκεδαστική αιματηρή εισαγωγή, ο Aja κρατά τα πράγματα αρκετά κοντά στο πρωτότυπο και ως εκ τούτου το πρώτο μισό της ταινίας είναι γνωστό.

Ωστόσο, δεδομένου του πλεονεκτήματος ενός μεγαλύτερου budget, επεκτείνεται σε διάφορες ιδέες, ιδίως στο ρόλο ενός χαρακτήρα του οποίου η παρατεταμένη εξερεύνηση του σπιτιού των κανιβάλων ουσιαστικά εξηγεί και την σημαντικά μεγαλύτερη διάρκεια της.

Αυτές οι σκηνές ταιριάζουν απόλυτα και βοηθούν την ταινία να δώσει ένα πιο πειστικό background story από πίσω, αλλά και μια πιο ικανοποιητική κατάληξη.

Ενδιαφέρον επίσης είναι και το γεγονός ότι ο Aja στοχεύει σε έναν παραδόξως αισιόδοξο τόνο κατά τη διάρκεια αυτών των τελικών σκηνών, με πομπώδης μουσική και ηρωικές 'πόζες', κάτι που λειτουργεί καλά και είναι σίγουρα δικαιολογημένο, λαμβάνοντας υπόψη τα βάσανα που έπρεπε να υποφέρουν οι χαρακτήρες μέχρι να φτάσουν εκεί.


Η σκηνοθεσία του Aja κατά διαστήματα μοιάζει σαν μια επίθεση στις αισθήσεις, με τσιριχτούς θορύβους και τολμηρά κοντινά πλάνα των αποτρόπαιων πράξεων.

Χρησιμοποιεί πλήρως την έρημο ως ένα αρχέγονο και ασυγχώρητο περιβάλλον που αντανακλά τέλεια στον απελπισμένο αγώνα των ηρώων να επιβιώσουν. 

Αν και η ταινία έχει μια συνεχή ροή, ο Aja κρατά τα πράγματα αρκετά συνεκτικά και κρατά το ρυθμό υπό έλεγχο, σοφά κατά τη γνώμη μου, δίνοντας στον θεατή την ευκαιρία να πάρει μια ανάσα.

Το The Hills Have Eyes είναι μια έντονη ταινία και μια από τις πιο αιματηρές προσπάθειες των μεγάλων studio εδώ και αρκετά χρόνια.
Οι φρικαλεότητες ρέουν με ταχύ ρυθμό που ξεπερνούν την αρχική ταινία και παρέχουν αρκετές συγκλονιστικές σκηνές.

Η ίδια η μεταλλαγμένη οικογένεια είναι πραγματικά τρομερή - ένα αηδιαστικό freak show που την κάνει τη τέλεια villain οικογένεια, έστω κι αν λείπει η ανάλυση του χαρακτήρα τους όπως στο πρώτο φιλμ.

Το μόνο πραγματικό πρόβλημα με το The Hills Have Eyes είναι η ακλόνητη αίσθηση ματαιότητας που κρέμεται πάνω από όλες τις διασκευές γενικά.

Αν και η ταινία του Aja υπερβαίνει αυτό το αίσθημα δυσφορίας και πετυχαίνει να προσφέρει ψυχαγωγία, δε μπορώ να μην υπογραμμίσω τη θλιβερή έλλειψη πρωτοτυπίας στο είδος, σήμερα.

Παρ'όλα αυτά, η ταινία σίγουρα επιβεβαιώνει τον Aja ως ένα σημαντικό ταλέντο και ως έναν από τους λίγους σκηνοθέτες που έχουν το θάρρος να προσπαθήσουν πραγματικά να τρομοκρατήσουν τους θεατές, κάτι που δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα.