Header Ads

Πράσινο Δωμάτιο - Green Room review

Το «Πράσινο Δωμάτιο» είναι ένα θρίλερ του ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου που φέρει την υπογραφή του Jeremy Saulnier.
Αφορά τη συναυλία μιας punk rock μπάντας κατά τη διάρκεια μιας τουρνέ μέσα σε μια καλύβα στο δάσος, διαμορφωμένη για συναυλίες τέτοιου τύπου.

Τα μέλη της όμως - με αρχηγό τον αδικοχαμένο Anton Yelchin (Star Trek Beyond) και από κοντά την Imogen Poots (Need For Speed) - γίνονται μάρτυρες μιας δολοφονίας στα παρασκήνια, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα ο ιδιοκτήτης του μέρους (που είναι παράλληλα και ηγέτης μιας άγριας συμμορίας) να δώσει εντολή να τους κλείσουν μέσα, προκειμένου να τους σκοτώσουν.

Η παγιδευμένη παρέα θα κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να ξεφύγει από τους αδίστακτους skinheads.

Αναμφίβολα η όλη ιδέα προσφέρεται  για ένα θέαμα υψηλών αξιώσεων καθώς διαφοροποιείται σημαντικά από τα τετριμμένα σενάρια τύπου «η καλύβα στο δάσος» και τα παραδοσιακά θρίλερ περιορισμένου χώρου.

Από πολύ νωρίς γίνεται αντιληπτό ότι η επαναστατική διάθεση των τραγουδιών της μπάντας δεν συνάδει καθόλου με τη διαπλοκή, την παρανομία και το κουκούλωμα του σκανδάλου με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι.
Έχουμε λοιπόν ένα πετυχημένο «σχόλιο» του δημιουργού σχετικά με την επαναστατική μουσική.

Όσο καλές κι αν είναι οι προθέσεις των καλλιτεχνών, ο underground χώρος βρίθει από διαπλοκή που πολλές φορές είναι χειρότερη και από την αντίστοιχη κρατική, την οποία καταγγέλλουν.

Μετά το πρώτο μισάωρο ωστόσο, η δυναμική αυτού του προβληματισμού πέφτει κατακόρυφα και ο θεατής συνειδητοποιεί ότι παρακολουθεί ένα θρίλερ που του λείπει ένα βασικό δομικό στοιχείο: Το σασπένς.

Η ταινία επιλέγει να προτιμήσει τον αέρα και την ατμόσφαιρα μιας τυπικής ανεξάρτητης παραγωγής, σε βαθμό που αυτό να αποβεί εις βάρος του χτισίματος της ατμόσφαιρας.

Και όλα αυτά, ενώ βρίθει από σκηνές που θα μπορούσαν να έχουν μεγάλο ενδιαφέρον από άποψη δράσης και αγωνίας, αν ο δημιουργός είχε επενδύσει περισσότερο στα στοιχεία θρίλερ παρά στο καδράρισμα και στα υπόλοιπα τεχνικά μέρη.

Οι ερμηνείες των ηθοποιών είναι συμπαθητικές, αλλά οι χαρακτήρες που υποδύονται δεν αναπτύσσονται επαρκώς, σε βαθμό που είναι δύσκολο ο θεατής να αγωνιά για την έκβασή τους.
Υπάρχουν σκηνές που εμφανίζονται σχεδόν επιδεικτικά άνευρες, ενώ κανονικά θα έπρεπε να προκαλούν ένταση σε αυτόν που τις παρακολουθεί.

Ακόμη και στη κορύφωση της ιστορίας, τα πλάνα είναι τόσο τραβηγμένα που καταλήγουν βαρετά και αδιάφορα, δηλαδή το εντελώς αντίθετο από αυτό που θα έπρεπε να επιδιώκεται.

Τα προβλήματα όμως είναι εμφανή από το πρώτο δεκάλεπτο ακόμη, όπου δίνει την αίσθηση ότι το σενάριο δεν έχει κάτι συγκεκριμένο να πει, παρόλο που στη συνέχεια διαπιστώνουμε ότι έχει να πει πολλά.


Υπενθυμίζω ότι σε ολόκληρο το πρώτο μισό του Hostel του Eli Roth, παρακολουθούσαμε απλώς μια παρέα να κάνει ένα eurotrip, κι όμως η κινηματογράφηση, το μοντάζ αλλά και τα σεναριακά ευρήματα ήταν υπεραρκετά προκειμένου να μας κρατήσουν το ενδιαφέρον.

Το Green Room αντίθετα επιλέγει να απευθυνθεί στο πολύ συγκεκριμένο κοινό των ανεξάρτητων αμερικάνικων θρίλερ, παραγκωνίζοντας το γεγονός ότι αν ήταν φτιαγμένο διαφορετικά θα μπορούσε να έχει ενδιαφέρον και για ένα ευρύτερο κοινό.

Επειδή έχει συμβεί στο παρελθόν να παρακολουθήσω αρκετά διαμάντια από τον κινηματογράφο αυτού του τύπου, αδυνατώ να κατατάξω την ταινία αυτή ανάμεσά τους, ακριβώς διότι μέσα στην υπερβολή του να εμφανιστεί indie και διεπόμενη από τον αέρα της αμερικάνικης επαρχίας, δεν μπορεί να κερδίσει ένα ευρύτερο κοινό.

Εν τέλει, δεν μπόρεσα να συντονιστώ με το «Πράσινο Δωμάτιο» και νομίζω ότι οι θετικές κριτικές που εισέπραξε το υπερεκτιμούν καθώς εστιάζουν σε στοιχεία που περισσότερο ζημιώνουν το όλο αποτέλεσμα παρά το ανεβάζουν.

Ούτε καν «μέτριο» μπορώ να το χαρακτηρίσω, με την έννοια ότι σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα ένιωθα ότι έχασα τον χρόνο μου βλέποντάς το και θα μπορούσα να το συστήσω «για να περάσει ευχάριστα η ώρα».

Βασίλης Γιαννάκης.


Release Dates:
17 May 2015 (Cannes)
10 September 2015 (Toronto)
26 September 2015 (ΝΥΧΤΕΣ ΠΡΕΜΙΕΡΑΣ)
15 April 2016 (USA)