Header Ads

The Offering (2016) review


Βασικό χαρακτηριστικό του υπαινικτικού τρόμου είναι ότι δεν προσφέρει στον θεατή ή στον αναγνώστη όλες τις απαντήσεις έτοιμες στο πιάτο, αλλά του δίνει το ελεύθερο να χρησιμοποιήσει τη φαντασία του προκειμένου να συνδέσει τα κενά και να έχει μια πλήρη εικόνα της λύσης του μυστηρίου.
Κυριότερος εκπρόσωπος του λογοτεχνικού υπαινικτικού τρόμου είναι ο αείμνηστος H.P. Lovecraft.
    
Το The Offering είναι μια ταινία του Kelvin Tong που κατάγεται από τη Σιγκαπούρη, γι’ αυτό και αποτελεί συμπαραγωγή της πατρίδας του με τις ΗΠΑ.
Εδράζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στους κανόνες του υπαινιγμού που προανέφερα, διότι είναι φτιαγμένη έτσι ώστε ο θεατής να σπαζοκεφαλιάζει κατά τη διάρκεια της θέασής της προκειμένου να βρει πώς συνδέονται τα φαινομενικά ασύνδετα στοιχεία που απαρτίζουν τις απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτει.
    
Οι επιρροές από τον H.P. Lovecraft είναι εμφανείς, εφόσον η θάλασσα και τα θαλάσσια πλάσματα φαίνονται να αποτελούν βασικό δομικό στοιχείο της υπόθεσης, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται ξεκάθαρα.
   
Η υπόθεση έχει να κάνει με μια Αμερικανίδα ρεπόρτερ, τη Jamie Waters (Elizabeth Rice, From Within), η οποία ενημερώνεται ότι η αδελφή της που κατοικεί στη Σιγκαπούρη και πάσχει από μια κληρονομική ασθένεια, έχει αυτοκτονήσει κάτω από παράξενες συνθήκες.
Μεταβαίνει στη Σιγκαπούρη προκειμένου να λύσει το μυστήριο και εκεί ανακαλύπτει ότι έχουν σημειωθεί πολλές άλλες αυτοκτονίες, που όλες τους σχετίζονται με τον θάνατο της αδελφής της.
  
Παράλληλα, παρακολουθούμε δύο ιερείς που προσπαθούν να ανακαλύψουν ποια είναι η σατανική δύναμη που επιχειρεί να αναδομήσει τον πύργο της Βαβέλ χρησιμοποιώντας εξελιγμένη τεχνολογία στο διαδίκτυο.
Πώς συνδέονται αυτές οι δύο υποθέσεις;

Τα στοιχεία παρέχονται διάσπαρτα έτσι ώστε ένα σημαντικό μέρος του κοινού να μην καταλάβει τον συσχετισμό τους (και ίσως χρειαστεί μια δεύτερη θέαση).
Γι’ αυτό και το The Offering έχει αποσπάσει αρνητικές κριτικές ως τώρα, από θεατές που ισχυρίζονται ότι «είναι μπερδεμένο» και ότι «δεν βγάζει νόημα».

Η αλήθεια είναι ότι είναι ιδιοφυές ως προς τη σύλληψη και την πρωτοτυπία του και βγάζει μια χαρά νόημα, ωστόσο υπάρχουν κάποια σημαντικά προβλήματα στην εκτέλεσή του που χαλάνε το όλο σύνολο.
Το μεγαλύτερο από αυτά, είναι η χρήση των jumpscares που υπερβαίνει τα όρια και από κάποιο σημείο κι έπειτα καταντά γραφική.


Δεν είμαι εναντίον των jumpscares όταν δεν χρησιμοποιούνται για να καλύψουν σεναριακές αδυναμίες, αλλά στην προκειμένη περίπτωση όχι απλώς εμφανίζονται ξεκάρφωτα σε μια ταινία που δεν τα είχε ανάγκη, αλλά επιπλέον, από κάποιο σημείο κι έπειτα, καταλήγουν να είναι ενοχλητικά ακόμη και για το κοινό που αρέσκεται στις τρομάρες.

Σαν να μην έφτανε αυτό, όλες οι σκηνές κατά τις οποίες πετάγεται κάτι απότομα στην οθόνη για να τρομάξει τον θεατή, αφορούν μια υποπλοκή που καταφανώς προστέθηκε αργότερα στο σενάριο, προκειμένου να πουλήσει το έργο σε κάπως ευρύτερο κοινό.
Ήταν λες και ο Kelvin Tong ένιωσε ανασφάλεια στη σκέψη ότι το σενάριό του δεν θα θεωρούνταν αρκετά τρομακτικό από κάποιους και σκάρωσε μια ολόκληρη ιστορία, που τη συνέδεσε κάπως άτσαλα με την κύρια, ώστε να καταστήσει το έργο του πιο εμπορικό.

Η αλήθεια είναι ότι και τα στοιχεία που αφορούν αυτή την ιστορία μπορούν να δέσουν με την υπόθεση, αλλά απαιτείται η παραδοχή ότι έχουν προηγηθεί κάποιες τεράστιες συμπτώσεις, που δύσκολα μπορούν να δικαιολογηθούν ακόμη και για τα δεδομένα του φανταστικού κινηματογράφου.

Οι συμπτώσεις αυτές αποτελούν σεναριακές τρύπες που χάσκουν ορθάνοικτες, ασχημίζοντας το αποτέλεσμα.
Και είναι κρίμα αν σκεφτεί κανείς ότι η ιστορία που κατέστρωσε ο Tong θα μπορούσε να είναι ιδιοφυής αν έλειπαν όλα αυτά τα στοιχεία.

Άλλο ένα μεγάλο πρόβλημα του σεναρίου, είναι η τετριμμένη κορύφωσή του που περιλαμβάνει έναν εξορκισμό.
Η ιστορία μπορούσε να κορυφωθεί πηγαίνοντας σε ένα σωρό κατευθύνσεις, ωστόσο ο Tong επέλεξε την πιο χιλιοπαιγμένη από αυτές και μάλιστα την παρουσίασε με τρόπο που να αποτελεί κακέκτυπο της ταινίας «Ο Εξορκιστής».

Ήταν οι ατυχείς αυτές επιλογές που έριξαν το όλο αποτέλεσμα στα μάτια μου παρά το γεγονός ότι αποτελώ φανατικός οπαδός αυτού του είδους τρόμου.
Το The Offering θα μπορούσε να είναι ένα σύγχρονο αριστούργημα, αλλά η ανασφάλειες που κουβαλά το οδήγησαν να στο να μην ξεφεύγει τελικά από την μετριότητα.

Το συστήνω ανεπιφύλακτα σε όσους τους αρέσουν τα υπονοούμενα και οι σπαζοκεφαλιές, αν και νομίζω ότι οι περισσότεροι όπως εγώ θα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι αποτελεί μια χαμένη ευκαιρία για κάτι πραγματικά καλό.

Βασίλης Γιαννάκης.


Release Dates:
6 May 2016 (USA)