Header Ads

Τhe Belko Experiment (2016) review


Τα τελευταία χρόνια στη βιομηχανία του Hollywood έχουν βρει θέση πολλές ταινίες με ένα  κοινό χαρακτηριστικό, τους λίγους χαρακτήρες εγκλωβισμένους σε έναν χώρο οι οποίοι για να καταφέρουν να επιβιώσουν έχουν ως αποστολή να εξολοθρεύσουν ο ένας τον άλλον. 

Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι αυτού του είδους οι ταινίες, έχουν δημιουργήσει ένα ρεύμα καθώς αριθμητικά είναι πάρα πολλές και η συγκεκριμένη σύμβαση φαίνεται να μπορεί να προσαρμοστεί σε όλες τις συνθήκες και σε όλους τους χώρους. 
Πχ. σε ATM, σε χαμάμ, φυσικά σε ένα σπίτι ή ένα δωμάτιο σπιτιού και πάει λέγοντας. 

Κατά το παρελθόν είχε γίνει ένα αφιέρωμα στο συγκεκριμένο “υπο-είδος” και το είχα ονομάσει “one location films” για προφανείς λόγους. 
15+2 Κλειστοφοβικές ταινίες μετά το 2000 που δημιούργησαν ξεχωριστό υποείδος τρόμου (Μέρος 1ο) και (Μέρος 2ο)
  
Οι αναφορές του “The Belko Experiment”  θα μπορούσαν να πηγάζουν από ταινίες όπως τα Battle Royale (2000), Das Experiment (2001), Would You Rather (2012), The Hunger Games (2012), Hunger (2009), La habitacion de Fermat (2007) και πολλά άλλα ακόμη. 
Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με το προφανές και το αναμενόμενο.
  
Για αρχή, στην πλοκή της ταινίας, έχουμε 80 υπαλλήλους μίας Αμερικανικής εταιρείας προσλήψεων στην Μπογκοτά, κυρίως με Αμερικανικό προσωπικό. 
Η Μπογκοτά πρωτεύουσα της Κολομβίας, φημίζεται για τις εξαφανίσεις ανθρώπων και για τις απαγωγές, για αυτόν τον λόγο και οι υπεύθυνοι της εταιρείας έχουν εμφυτέψει με την συγκατάθεση των υπαλλήλων τσιπάκια στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους. 

Στην πορεία εγκλωβίζονται στο κτήριο και λαμβάνουν ηχητικά μηνύματα που ακούγονται από τα μεγάφωνα, ώστε να παίξουν ένα παιχνίδι. 
Το συγκεκριμένο παιχνίδι επιβάλλει στο χρονικό όριο που τους καθορίζεται, να σκοτώσουν έναν αριθμό συναδέλφων τους ώστε να μην πεθάνουν περισσότεροι από την έκρηξη που προκύπτει από τα τσιπάκια.
  
Την σκηνοθεσία υπογράφει ο Greg Mc Lean του Rogue και Wolf Creek (1,2,3) και το σενάριο ο James Gunn του Guardians of the Galaxy.
  
Μπορεί το φαγητό να είναι ξαναζεσταμένο αλλά η καλή παραγωγή, το άφθονο gore με τα πολύ καλά εφέ και η καλή φωτογραφία του Luis David Sansans υπόσχονται μία καλή βραδιά στους οπαδούς του αίματος και των ταινιών τρόμου. 
Αλλά μέχρι εκεί. 

Από πλευράς περιεχομένου η ταινία βασίζεται στο πρώτο επίπεδο και αυτό είναι το μεγάλο της αρνητικό. 
Οι συμβολισμοί είναι προφανείς, ο καπιταλισμός σκοτώνει και τα αφεντικά (αφεντικά στη ζωή μας γενικότερα) δεν δείχνουν έλεος αρκεί να σώσουν το τομάρι τους. 


Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια καταπατάται μόλις λειτουργήσει έστω και λίγο το ένστικτο της επιβίωσης και οι συμμαχίες κυριαρχούν μέχρι και σε στιγμές που η ένωση και η συνεργασία επιβάλλονται. 
Όλα αυτά σε έναν κόσμο καλογυαλισμένο, όπως αυτόν μιας καλής εταιρείας που προβάλει μηνύματα συναδελφικότητας και ένωσης των λαών. 

Ο σκηνοθέτης με βλακώδη τρόπο δείχνει υπερβάλλοντα ζήλο και σε στιγμές κορύφωσης πετάγονται μηνύματα της εταιρείας του τύπου «Η Belko ενώνει» και τα συναφή και αυτό συμβαίνει πάνω από πέντε φορές με αποκορύφωμα την τελευταία σκηνή κορύφωσης όπου προβάλλεται στη σκηνή μάχης (πάνω της για την ακρίβεια) με προτζέκτορα, ένα διαφημιστικό της εταιρείας Belko με τα φοβερά μηνύματά της περί ανθρωπισμού. 

Δυστυχώς, στοιχεία που χρησιμοποιούσαν σκηνοθέτες σε παλιότερες δεκαετίες με σκοπό να δείξουν και με την εικόνα το ειρωνικό τους σχόλιο πάνω στο θέμα λες και ο θεατής είναι χαζός.
  
Οι χαρακτήρες είναι εντελώς μονοδιάστατοι και ξαφνικά χωρίζονται σε καλούς και κακούς. 
Φυσικά οι κακοί είναι το αφεντικό της εταιρείας με τα τσιράκια του και οι καλοί όλοι οι απλοί εργαζόμενοι οι οποίοι στην πορεία και με διστακτικό τρόπο γίνονται βίαιοι, αφού βέβαια η κατάσταση έχει ξεφύγει εντελώς. 

Μουσική υπόκρουση δεν υπάρχει. 
Παρά μόνο ένα βουητό σχεδιασμένο στο sound design το οποίο εμένα προσωπικά μου αρέσει αν και καταλαβαίνω ότι είναι εντελώς ανέμπνευστο. 

Υπάρχει άφθονο αίμα όπως είπαμε και παραπάνω, με ένα επιτελείο για τα special effects τεσσάρων ατόμων και καμιά δεκαριά βοηθών να έχουν κάνει καλά τη δουλειά τους. 
Οι σκηνές βίας απεικονίζονται χωρίς εκπτώσεις και δυο τρεις θάνατοι είναι αρκετά ευφάνταστοι. 
Για παράδειγμα, η σκηνή στο ασανσέρ που είναι για πολλούς ανθρώπους φοβία και εντελώς ανατριχιαστική εικόνα.
  
Το όλο concept δυστυχώς δικαιολογείται με ένα εντελώς απλοϊκό πείραμα όπως λέει και ο τίτλος και το φινάλε είναι ακόμα πιο εξόφθαλμα “αμερικάνικο”. 
Δυστυχώς, το production value προϋπέθετε μία καλή ταινία τρόμου την οποία δεν είδαμε αλλά για κάποιον λόγο διαβάζουμε σε καλές κριτικές. 
Προσωπικά, απευθύνεται μόνο στους fan του είδους με πολύ pop corn και στο σπίτι.

Δημήτρης Βαβάτσης.


Release Dates:
10 September 2016 (Toronto)
17 March 2017 (USA)