Header Ads

Terror Tube #2: 44 ταινίες, 11 σειρές και το The Alfred Hitchcock Hour!


Είχα υποσχεθεί πως από το δεύτερο κεφάλαιο της παρούσας στήλης, θα καταπιανόμουν κάθε φορά με μία μόνο σεζόν, αλλά το πλάνο άλλαξε, και προτίμησα την πιο αραιή συχνότητα αναρτήσεων, μαζεύοντας για αυτές περισσότερο υλικό.

Στην ουσία, θα προσπαθώ να σας γράφω εκτενώς για όλες τις σεζόν κάποιας παλιάς (και κλασσικής) σειράς (προϋπόθεση είναι να έχει ολοκληρωθεί και να μην είναι on air πλέον), και έκτοτε θα συζητάμε λιγάκι και για τις τελευταίες σεζόν πρόσφατων σειρών που απασχόλησαν τα τρομαγμένα μας μάτια.

Οι κλασσικές σειρές δεν θα είναι «οι πιο κλασσικές» ή κάτι τέτοιο. 
Απλά σειρές που μου έχουν ξεφύγει ως τώρα.
Άλλωστε η στήλη δεν είναι κάποιος εγκυκλοπαιδικός οδηγός, αλλά η καταγραφή των πρόσφατων ταξιδιών μου στον τηλεοπτικό τρόμο.

Αυτό βασικά (και περίπου) είναι το σχέδιο, και ίσως αλλάξει στην πορεία.
Here we go!

Πρόσφατα αγόρασα το 24-disc Region 2 [PAL] box-set του The Alfred Hitchcock Hour (1962 – 1965) του οποίου οι τρεις σεζόν παρήγαγαν συνολικά 93 υπέροχα επεισόδια. 
Αυτή η σειρά είναι η εξέλιξη του επιτυχημένου Alfred Hitchcock Presents και η κύρια (αν όχι η μόνη) διαφορά ανάμεσα στα δύο, είναι ότι τα επεισόδια του Presents διαρκούσαν 25 περίπου έκαστο, ενώ αυτά του Hour διπλασίασαν τη διάρκεια στα 50 λεπτά και μοιάζουν με κανονικές ταινίες.

Εκτός από το ότι παραδίδει το αναμενόμενο μυστήριο, η σειρά φημίζεται και για τις εμφανίσεις πολλών γνωστών σταρ, ανάμεσα τους και οι Robert Redford [στα A Piece of the Action (που αφορά τον τζόγο) και A Tangled Web], Angie Dickinson [στο Captive Audience (για έναν συγγραφέα crime fiction) και το Thanatos Palace Hotel (για ένα ξενοδοχείο για αυτοκτονικούς)], Macdonald Carey (στο House Guest), Richard Basehart (The Black Curtain), Barry Sullivan (Day of Reckoning), Joan Fontaine (The Paragon), Michael Rennie (The Long Silence), Henry Silva (An Out for Oscar), Ray Milland (A Home Away from Home), Robert Loggia (You’ll Be the Death of Me), Katharine Ross (The Dividing Wall), Leslie Nielsen (The Magic Shop), Mildred Dunnock (Beyond the Sea of Death), Bruce Dern (στo Night Caller και το αριστουργηματικό Lonely Place), Joan Hackett (Beast in View), John Cassavetes (Murder Case), Barry Nelson (Anyone for Murder?), Gloria Swanson (Behind the Locked Door), Telly Savalas (A Matter of Murder), Christopher Lee (The Sign of Satan), Steven Hill (Who Needs an Enemy?), Martin Landau (The Second Verdict), Lillian Gish (Body in the Barn), Peter Fonda (Return of Verge Likens), Arthur Kennedy (Change of Address), John Cassavetes (Water’s Edge), Alejandro Rey (The Life Work of Juan Diaz), Efrem Zimbalist Jr. (See the Monkey Dance), Andrew Duggan (στο The McGregor Affair, που είναι μακράν το χειρότερο επεισόδιο της σειράς), George Kennedy (στο Misadventure, που είναι ένα αριστούργημα γεμάτο ανατροπές, και ανάμεσα στα καλύτερα της σειράς), Ed Begley (Triumph), Peter Lawford (Crimson Witness), Margaret Leighton (Where the Woodbine Twineth), Vera Miles και John Carradine (Death Scene), David Carradine (Thou Still Unravished Bride), και June Lockhart (The Second Wife).

Ενώ τα πιο ενδιαφέροντα επεισόδια είναι τα Don’t Look behind You (ένα άπταιστο whodunit), Night of the Owl (βασισμένο στη νουβέλα του Paul Winterton), I Saw the Whole Thing (σκηνοθετημένο από τον Alfred Hitchcock), Final Vow (μια πρώιμη απόπειρα για nunsploitation), Annabel (από teleplay του Robert Bloch), Ride the Nightmare (βασισμένο σε μια νουβέλα του Richard Matheson), Hangover (για έναν τρελό αλκοολικό), Bonfire (για έναν θρησκόληπτο τρελό), The Tender Poisoner (βασισμένο σε μια νουβέλα του John Bingham), The Thirty-First of February (βασισμένο σε μια νουβέλα του Julian Symons), What Really Happened (βασισμένο σε μια νουβέλα της Marie Belloc Lowndes), Forecast: Low Clouds and Coastal Fog (με εξαίρετο σασπένς μυστηρίου, πολύ μπροστά από την εποχή του), To Catch a Butterfly (το καλύτερο επεισόδιο της 1ης σεζόν, είναι ένα πολύ τρομακτικό θρίλερ με πρωταγωνιστή ένα διαβολικό παιδί που ξεκινά το μακελειό σκοτώνοντας τον σκύλο του γείτονα), I’ll Be Judge – I’ll be Jury (μια ματιά στον κόσμο ενός ανώμαλου), Diagnosis: Murder (ένα sci-fi έπος που εστιάζει στους πιτσιρικάδες ταραξίες), The Lonely Hours (βασισμένο σε μια νουβέλα της Celia Fremlin), The Star Juror (ένα πολύ σκοτεινό επεισόδιο για έναν γέρο που έχει ενοχές έπειτα από ένα φονικό για το οποίο πιάσανε τον λάθος άνθρωπο), Death and the Joyful Woman (βασισμένο σε μια νουβέλα της Edith Pargeter), Last Seen Wearing Blue Jeans (βασισμένο σε μια νουβέλα της Amber Dean), The Dark Pool (μια ενδιαφέρουσα ματιά στον αλκοολισμό και τις μεθόδους που οδηγούν έναν άνθρωπο στην τρέλα), Dear Uncle George (για την κατασκοπεία μιας άπιστης συζύγου), Run for Doom (για μια fame fatale τραγουδίστρια ενός jazz club που σκοτώνει τους άνδρες που γοητεύει), Death of a Cop (ένα γκανγκστερικό έπος το οποίο δεν θα μου προκαλούσε έκπληξη αν μάθαινα πως το έβλεπε φανατικά ο Martin Scorsese), A Nice Touch (για ένα παρανοϊκό wannabe ηθοποιό), Terror at Northfield (για έναν serial killer), Blood Bargain (για έναν εκτελεστή του υποκόσμου), Nothing Ever Happens in Linvale (για έναν κύριο που ίσως έχει δολοφονήσει την απούσα γυναίκα του), Starring the Defense (ένα αριστούργημα με έναν πατέρα να κάνει ότι περνά από το χέρι του για να αθωώσει τον γιό του που κατηγορείται για φόνο), The Cadaver (για τις μακάβριες πλάκες που λαμβάνουν χώρα σε μια σχολή ιατρικής), Good-bye, George (για έναν εκβιασμό στο χώρο του θεάματος), How to Get Rid of your Wife (που έδωσε χρήσιμες συμβουλές στο ανδρικό κοινό της δεκαετίας του 1950, αλλά μάλλον είναι αδιάφορο σήμερα με τα διαζύγια να είναι τόσο εύκολα), Three Wives too Many (για έναν μπερμπάντη σύζυγο), The Evil of Adelaide Winters (για ένα ζεύγος απατεώνων που το παίζουν μέντιουμ εξαπατώντας γονείς νεκρών στρατιωτών), The Jar (για ένα white trash ζεύγος, που όταν αποκτά ένα βάζο που δεν ξέρει τι ακριβώς περιέχει, γίνεται το επίκεντρο της προσοχής των κατοίκων του χωριού), Final Escape (για έναν νεαρό κατάδικο που για την απόδραση του εμπιστεύεται το παράλογο σχέδιο ενός γέρου μεθύστακα), The Gentleman Caller (για έναν μισογύνη νεαρό που όταν δεν χτυπά την κοπέλα του, προσπαθεί να καρπωθεί την περιουσία μιας γιαγιάς με άνοια), The Ordeal of Mrs. Snow (για έναν αμετανόητο τζογαδόρο που κλειδώνει μια γριά μέσα σε ένα χρηματοκιβώτιο), Ten Minutes from Now (για έναν ληστή έργων τέχνης που μπορεί να είναι και βομβιστής), Bed of Roses (ένα εξαίρετο επεισόδιο για τα επακόλουθα ενός μυστηριώδους φονικού), Isabel (για έναν νεαρό που κατηγορείται πως επιτέθηκε σε μια δασκάλα), Memo from Purgatory (για έναν νεαρό συγγραφέα που γίνεται μέλος μιας συμμορίας με σκοπό να γράψει για αυτή – το επεισόδιο είναι αριστουργηματικό παρότι ήρθε μια ολόκληρη δεκαετία μετά τη μόδα των juvenile delinquency φιλμ), Consider Her Ways (ένα σχόλιο για τον φεμινισμό), Final Performance (για έναν νεαρό σεναριογράφο της τηλεόρασης που βρίσκει τον μπελά του όταν σταματά στο οτοστόπ μιας εμφανίσιμης κοπέλας), One of the Family (για μια διαβολική νταντά), An Unlocked Window (για έναν δολοφόνο νοσοκόμων), The Trap (για έναν γραμματέα που πλευρίζει τη γυναίκα του αφεντικού του), Wally the Beard (για έναν άντρα που αλλάζει τη ζωή του από τη στιγμή που ξεκινά να φορά περούκα και ψεύτικο μούσι), The Photographer and the Undertaker (για δύο επαγγελματίες εκτελεστές, και τον ανταγωνισμό στον οποίο τους έχει φέρει ο καπιταλισμός), Completely Foolproof (για ένα διαζύγιο και τη μοιρασιά της περιουσίας), Power of Attorney (για έναν απατεώνα που αρπάζει τις περιουσίες ηλικιωμένων γυναικών), The World’s Oldest Motive (για έναν δικηγόρο που απατά τη γυναίκα του με μια πανέμορφη νεαρή), The Monkey’s Paw – A Retelling (δεν χρειάζονται συστάσεις), Night Fever (για έναν κακοποιό που μετά από μια ληστεία νοσηλεύεται φρουρούμενος, και σχεδιάζει την απόδραση του), και Off Season (για έναν trigger-happy μπάτσο).

Αυτή η σειρά με έκανε λίγο να σκεφτώ πόσο classy ήταν τα πάντα τότε. 
Στο παλιό Hollywood οι σταρ με τα κοστούμια δεν θα σε άφηναν ποτέ να κανείς ταινία χωρίς backlight και 35mm. 
Τώρα οι Kardashians μπορεί να σε αφήσουν να τους κινηματογραφήσεις με το κινητό σου να κάνουν σεξ στις τουαλέτες μιας πιτσαρίας αν τους τάξεις πως το βίντεο θα παίξει στα tabloid και θα τις κρατήσει επίκαιρες για μια ακόμη μέρα. 
Που πάει αυτός ο κόσμος;


Από πρόσφατες σειρές βρήκα το χρόνο να δω την 1η σεζόν του Legion (2017 – σήμερα) της Marvel,  η οποία εστιάζει στο μυαλό ενός ψυχασθενή (Dan Stevens) και το αποτέλεσμα είναι τόσο πλούσιο και στιλιζαρισμένο κινηματογραφικά που μοιάζει σαν να έχει σκηνοθετηθεί από τους Stanley Kubrick, Dario Argento, Nicolas Winding Refn, Alejandro Jodorowsky, και David Lynch
Είναι συνάμα η πιο τρομακτική σειρά του Marvel Universe, ενώ και το σενάριο είναι τόσο πολύπλοκο και καλά υπολογισμένο που του αξίζουν πολλά βραβεία.

Η 1η σεζόν του Westworld (2016 – σήμερα) είναι ότι καλύτερο μπορεί κανείς να δει από sci-fi στη μικρή οθόνη, και λαμβάνει χώρα στο κοντινό μέλλον, όταν και οι άνθρωποι προς διασκέδαση τους δημιουργούν το θεματικό πάρκο του τίτλου στο οποίο διασκεδάζουν εις βάρος AI ρομπότ. 
Το all-star cast συμπεριλαμβάνει τους Ed Harris και Anthony Hopkins.

Η 1η σεζόν του Iron Fist (2017 – σήμερα) της Marvel, βρίσκει τον Danny Rand (ο Finn Jones) να ψάχνει το παρελθόν του, με μόνο του σύμμαχο της πολεμικές τέχνες που γνωρίζει και τη γροθιά του τίτλου.

Παρότι φάνταζε αδύνατο, η 1η σεζόν του The Girlfriend Experience (2016 – σήμερα) κατάφερε να είναι πιο βαρετή από την ταινία στην οποία βασίστηκε [The Girlfriend Experience (2009)]. 
Παρακολουθώντας την αναρωτιόμουν ποιον μπορεί να ενδιαφέρουν οι ιστορίες μεσήλικων γιάπηδων που μισθώνουν νεαρές πόρνες πολυτελείας.

Αριστουργηματική ήταν η 1η σεζόν του Stranger Things (2016 – σήμερα), χάρη στη προσοχή που δίδει στην λεπτομέρεια της εποχής (διαδραματίζεται στα 1980s, και τα πάντα είναι εδώ, από τα σταθερά τηλέφωνα μέχρι τις τηλεοράσεις-ντουλάπες). 
Το σενάριο λαμβάνει χώρα σε μια μικρή πόλη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και βρίσκει τη Joyce Byers (η Winona Ryder) να αναζητά τον ανήλικο γιό της που εξαφανίστηκε υπό μυστηριώδεις συνθήκες. 
Τέλος, το soundtrack είναι υπέροχο και συμπεριλαμβάνει τα ‘White Rabbit’ των Jefferson Airplane, ‘Should I Stay or Should I Go’ των The Clash, ‘Heroes’ του David Bowie.

Η 1η σεζόν του The Defenders (2017 – σήμερα) της Marvel ενώνει τις δυνάμεις των Daredevil (Charlie Cox), Luke Cage (Mike Colter), Danny Rand (Finn Jones), και Jessica Jones (Krysten Ritter), αλλά το αποτέλεσμα είναι βαρετό.

Η 1η σεζόν του Lethal Weapon (2016 – σήμερα) αφορά δύο μπάτσους, τον αυτοκτονικό Martin Riggs (Clayne Crawford) και τον οικογενειάρχη Roger Murtaugh (Damon Wayans) που γίνονται ένα άσπονδο μα αχτύπητο δίδυμο, που με τρόπους συνάμα κωμικούς και θεαματικούς συλλαμβάνουν διάφορους κακοποιούς, ενώ αφήνουν πίσω τους συντρίμμια. 
Θα ήταν χαζό αν ήταν απλά μια σαχλή μεταφορά των ομότιτλων κινηματογραφικών περιπετειών, αλλά εδώ οι δημιουργοί έχουν καταφέρει άψογο δράμα, κυρίως χάρη του παρελθόντος του Martin, κατά το οποίο έχασε την έγγειο γυναίκα του.

Η 1η σεζόν του The Mist (2017) βρίσκει μια μικρή πόλη να ζει την απειλή μιας ομίχλης που θρέφετε από τους φόβους των κατοίκων της και πιθανόν να παράγει τέρατα. 
Το αποτέλεσμα δεν είναι τόσο καλό όσο το source material (του Stephen King), ούτε καν όσο η προ δεκαετίας ταινία [The Mist (2007)] καθώς πέφτει σε πολλές ατοπίες (η CGI ομίχλη είναι σχεδόν αστεία), αλλά παρόλα αυτά έχουμε να κάνουμε δέκα υποφερτά επεισόδια.

Η 1η σεζόν του American Gods (2017 – σήμερα) μου φάνηκε κατώτερη του ομότιτλου βιβλίου του Neil Gaiman στο οποίο βασίστηκε. 
Ακολουθεί τον πρόσφατα αποφυλακισμένο Shadow Moon (Ricky Whittle) που μοιάζει να έχει χάσει τα πάντα (η γυναίκα του σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό λίγο πριν την αποφυλάκιση του). 
Θα συναντήσει τον μυστηριώδη Wednesday (Ian McShane) ο οποίος φαίνεται να γνωρίζει πολλά για αυτόν, και θα του προσφέρει μια δουλειά. 
Ζούμε στην εποχή που αιδοία που τρώνε και πέη σε στύση κάνουν την εμφάνιση τους στην τηλεόραση! 
Ο Jess Franco θα ήταν περήφανος! 
Επίσης πρωταγωνιστεί η πανέμορφη Emily Browning, για την οποία ο Κώστας θα πρέπει να κάνει φωτογραφικό αφιέρωμα στη στήλη του Horror Babes.

Η 1η σεζόν του Inhumans (2017 – σήμερα) της Marvel φαντάζει φθηνή γεμάτη σκηνικά που δεν πείθουν και CGI για την προβολή των οποίων θα προβληματιζόταν ακόμα και το SyFy Channel.

Η 1η σεζόν του Mindhunter (2017 – σήμερα) περίτρανα αποδεικνύει πως έχουμε να κάνουμε με την εξυπνότερη (και ίσως σοβαρότερη) σειρά της δεκαετίας, καθώς ακολουθεί δύο πράκτορες του F.B.I. (ο Jonathan Groff και ο Holt McCallany) στην προσπάθεια τους να εξιχνιάσουν υποθέσεις serial killers. 
Η σειρά διαδραματίζεται την αγαπημένη μου δεκαετία του 1970, πράγμα που σημαίνει πως υπάρχει πολύ «ψωμί». 
Επίσης πρωταγωνιστεί η Hannah Gross, που είναι η πιο σέξι παρουσία της εφετινής τηλεοπτικής χρονιάς, και απαιτώ από τον Κώστα να της κάνει ένα φωτογραφικό αφιέρωμα στη στήλη του Horror Babes.

Αλλά πρόλαβα και είδα και μερικά κινηματογραφικά σήριαλ…


Στο The Green Hornet (1940) των σκηνοθετών Ford Beebe και Ray Taylor, ο ήρωας του τίτλου (Gordon Jones), ως ένας μοντέρνος Robin Hood, θα προσπαθήσει να βάλει τέλος στην αδικία και το έγκλημα. 
Το αποτέλεσμα είναι θεαματικό, έστω και με τη συχνή χρήση stock footage. Βέβαια, δεν ξέρω τι σκεφτόντουσαν οι δημιουργοί βάζοντας τον ήρωα να εκβιάζει – υπό την απειλή όπλου μάλιστα – την υπογραφή ομολογίας από τον κακό.

Στο Captain America (1944) των σκηνοθετών Elmer Clifton και John English, ο ήρωας του τίτλου (Dick Purcell) μαζί με την Gail Richards (η πανέμορφη Lorna Gray) θα πολεμήσουν τη συμμορία του Scarab που ωθεί τα θύματα του στην αυτοκτονία, ενώ μέσω μιας συσκευής που παράγει δονήσεις (επονομαζόμενη Dynamic Vibrator, και δεν αστειεύομαι) καταφέρνει να κατεδαφίσει ολόκληρα κτήρια. 
Επίσης πρωταγωνιστεί και ο αγαπημένος σας Lionel Atwill. 
Βέβαια, δεν ξέρω τι σκεφτόντουσαν οι δημιουργοί βάζοντας τον ήρωα να σκοτώσει έναν κακό πετώντας τον από έναν γκρεμό.

Στο Adventures of Captain Marvel (1941) των σκηνοθετών John English και William Witney, τα εφέ είναι πολύ πειστικά αν αναλογιστεί κανείς πως πρόκειται για μια παραγωγή της Republic Pictures.

Στο Batman (1943) του σκηνοθέτη Lambert Hillyer, ο ήρωας του τίτλου (Lewis Wilson) και ο Robin (Douglas Croft) βρίσκονται αντιμέτωποι με τον γιαπωνέζο υπέρ-κακό Daka (J. Carrol Naish).

Στο Superman (1948) των σκηνοθετών Spencer Gordon Bennet και Thomas Carr, βλέπουμε τον υπέρ-ήρωα του τίτλου (Kirk Alyn) να αντιμετωπίζει την υπέρ-κακιά Spider Lady (Carol Forman), σε ένα κρεσέντο γοητευτικών και αφελών ψευδό-επιστημονικών ανοησιών και εφέ.

Στο Atom Man vs. Superman (1950) του σκηνοθέτη Spencer Gordon Bennet, βλέπουμε τον Superman (Kirk Alyn) να μάχεται ενάντια στον διαβολικό Lex Luthor (ο αγαπημένος σας Lyle Talbot), ο οποίος εμφανίζεται πλέον ως Atom Man. 
Οι σκηνές με τους ζωγραφιστούς ιπτάμενους δίσκους (εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα από τα πρώτα παραδείγματα συνδιασμού live action και animation, και ναι, και ο Superman εμφανίζεται και με τους δύο αυτούς τρόπους) και αυτή με τον Superman καβάλα σε μια ρουκέτα με ξεπερνούν.

Αλλά πρόλαβα και είδα και μερικές ταινίες…


Το Deathstalker II (1987) του Jim Wynorski είναι ιδιαίτερα διασκεδαστικό με τον ήρωα του τίτλου (John Terlesky) να είναι κάτι ανάμεσα σε Robin Hood (που κλέβει από τους πλούσιους αλλά τα κρατά για τον εαυτό του) και Conan the Barbarian, και να αμολά μια σειρά από ατάκες, μπροστά στα έκπληκτα μάτια της πανέμορφης συμπρωταγωνίστριας του (Monique Gabrielle).

Το Avenging Angel (1985) του Robert Vincent O'Neill βρίσκει τους καλούς εργαζόμενους του πεζοδρομίου αντιμέτωπους με κακούς επιχειρηματίες και ανθρώπους του υπόκοσμου.

Το House II: The Second Story (1987) του παραγωγού Sean S. Cunningham και σε σκηνοθεσία Ethan Wiley, είναι ένα απολαυστικό monster-fest που διαθέτει εξαίρετη μουσική του Harry Manfredini.

To Deathstalker IV: Match of Titans (1991) του executive producer Roger Corman σε σενάριο και σκηνοθεσία Howard R. Cohen (ο οποίος μάλιστα ανέλαβε και την παραγωγή, μαζί με τον Steven Rabiner) είναι τόσο απογοητευτικό όσο σας έχουν πει.

Το Angel 4: Undercover (1994) του σκηνοθέτη Richard Schenkman είναι τόσο κακό όσο συνηθίζουν να είναι οι ταινίες για hair metal συγκροτήματα της δεκαετίας του ’80 – πολύ περισσότερο αν σκεφτεί κανείς ότι κυκλοφόρησε στα μέσα των ‘90s, πράγμα που το κάνει να φαντάζει εκτός τόπου και χρόνου.

Το House 3 (1989) του σκηνοθέτη James Isaac διαθέτει μια καλή ερμηνεία του πάντα ευπρόσδεκτου Lance Henriksen και μοιάζει περισσότερο με slasher, χάνοντας την επαφή με τη monster movie φύση των πρώτων δύο ταινιών.

Το straight-to-video House IV (1992) του σκηνοθέτη Lewis Abernathy είναι το χειρότερο της σειράς.

Το The Comedian (2016) του σκηνοθέτη Taylor Hackford, βρίσκει τον παρηκμασμένο κωμικό Jackie Burke (Robert De Niro) να δημιουργεί αναπάντεχα και κατά λάθος το ένα viral βίντεο μετά το άλλο, αλλά η ταινία εστιάζει στο υπέροχο του ρομάντζο με την Harmony Schiltz (Leslie Mann). 
Επίσης πρωταγωνιστούν οι Harvey Keitel, Edie Falco, και Danny DeVito.

Το Ben-Hur (2016) του σκηνοθέτη Timur Bekmambetov κατάφερε να με στείλει για ύπνο χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, αν και υποψιάζομαι πως δεν έφταιγε αυτό αλλά η κούραση μου σε συνδυασμό με την αποστροφή μου για το είδος του σπαθιού και του σανδαλιού.

Το War of the Robots (1978) του σκηνοθέτη Alfonso Brescia (που εδώ υπογράφει με το ψευδώνυμο του Al Bradly) έχει να κάνει με την απαγωγή δύο γήινων γενετιστών από εξωγήινους στα πρόθυρα του αφανισμού, και προκαλεί άθελα του το γέλωτα με τους απίστευτους και ατελείωτους διαλόγους του και τις αστείες στολές των ηθοποιών.

Το Star Odyssey (1979) του σκηνοθέτη Alfonso Brescia (που και εδώ υπογράφει με το ψευδώνυμο του Al Bradly) είναι η μόνη ταινία που ξέρω στην οποία μπορείτε να δείτε wrestling με ρομπότ στο διάστημα!

Το T2 Trainspotting (2017) του σκηνοθέτη Danny Boyle δεν έχει κάτι καινούργιο να προσφέρει οπτικά (τα κόλπα πάλιωσαν) ή σε επίπεδο σεναρίου (οι αποτοξινωμένοι σαραντάρηδες σκωτσέζοι προκαλούν λίγο ενδιαφέρον), ωστόσο πρόκειται για ένα γλυκό φιλμ, ειδικά για εμάς που ξεφυτρώσαμε από τη καταραμένη γενιά του ’90.

Το The Magnificent Seven (2016) του σκηνοθέτη Antoine Fuqua, μπορεί να είναι οπτικά θεαματικό (νομίζω πως ακόμα και ο Sergio Leone θα ήταν περήφανος με κάποια από τα set-pieces), αλλά η διάρκεια του ξεπερνά τις δύο ώρες και γίνεται κουραστικό.

Το Split (2016) σε σενάριο και σκηνοθεσία M. Night Shyamalan διαθέτει μια έξοχη ιδέα (ο πρωταγωνιστής, που τον υποδύεται ο James McAvoy, έχει πολλαπλές προσωπικότητες, μερικές εκ των οποίων επικίνδυνες) που όμως μεταφέρθηκε αδύναμα στην οθόνη. 
Ωστόσο, στο τέλος, μια σκηνή που κλείνει το μάτι στους φανατικούς του δημιουργού μας κάνει να ανυπομονούμε για το μέλλον της φιλμογραφίας του.

Το Guardians of the Galaxy Vol. 2 (2017) του σκηνοθέτη James Gunn υποφέρει από ένα πρώτο μισό κατά το οποίο δεν γίνεται τίποτα ενώ παράλληλα προσπαθεί να δοθεί μια διάσταση μεγαλειότητας στο όλο εγχείρημα (πράγμα κατανοητό, αφού το budget ήταν 200 εκατομμύρια δολάρια), αλλά αποζημιώνει με ένα ευφάνταστο και διασκεδαστικό δεύτερο μισό, κατά το οποίο το υπέροχο ροκ soundtrack σαρώνει τα πάντα.

Το Hot Tub Time Machine 2 (2015) του σκηνοθέτη Steve Pink κατάφερε να είναι πιο βαρετό από τη πρώτη ταινία, ενώ το Save the Last Dance (2001) του σκηνοθέτη Thomas Carter δεν βλέπεται με τίποτα.

Επίσης, όχι ότι έχει καμία σχέση με την παρούσα στήλη, αλλά θα ήθελα να σημειώσω πως είδα και το Despicable Me 3 (2017).

Το Wonder Woman (2017) της σκηνοθέτιδας Patty Jenkins βρίσκει τη δυναμική ηρωίδα του τίτλου (Gal Gadot) να μάχεται ενάντια στους ναζί, σε μια καλοδεχούμενη φεμινιστική υπερπαραγωγή που δεν κουράζει παρά τη μεγάλη της διάρκεια (σχεδόν δυόμισι ώρες).

Το Transformers: The Last Knight (2017) του σκηνοθέτη Michael Bay είναι αδιανόητα βαρετό (και απερίφραστα κουραστικό με τη διάρκεια του να ξεπερνά τις δυόμισι ώρες) παρά τα εντυπωσιακά του εφέ και τις φιλότιμες προσπάθειες των πρωταγωνιστών του (Mark Wahlberg και Anthony Hopkins).

Το Blade Runner 2049 (2017) του σκηνοθέτη Denis Villeneuve, και με πρωταγωνιστές τους Ryan Gosling, Jared Leto, και Harrison Ford, μπορεί να παρέχει ένα dystopian μέλλον σκέτη εφιαλτική οπτασία (τα εφέ και η φωτογραφία κάνουν θαύματα), αλλά το μουντό και αργό ύφος του είναι κουραστικό με τη διάρκεια του να ξεπερνά τις δυόμισι ώρες.

Το Spider-Man: Homecoming (2017) του σκηνοθέτη Jon Watts, με τον Tom Holland στον ρόλο του ήρωα του τίτλου, και τον Michael Keaton στον ρόλο του κακού Vulture, είναι όσο fun πρέπει να είναι αυτές οι ταινίες της Marvel, και παρότι η διάρκεια της ξεπερνά τις δύο ώρες, δεν είναι ποτέ κουραστική.

Στο The Wizard of Lies (2017) του σκηνοθέτη Barry Levinson, ο Robert De Niro υποδύεται έναν έκπτωτο βασιλιά της Wall Street. 
Παρότι η ταινία διαθέτει εξαιρετικό ρυθμό (τα back and forth του μοντάζ παραδόξως λειτουργούν), δεν παύει να είναι ένα έργο για απαίσιους και χυδαίους ανθρώπους.

Στο Thor: Ragnarok (2017), ο σκηνοθέτης Taika Waititi επέλεξε να αντιμετωπίσει τις καταστάσεις με χιούμορ, πράγμα που μου φάνηκε εκτός τόπου και χρόνου, αλλά μάλλον κάτι δεν κατάλαβα, καθώς στους περισσότερους άρεσε το τελικό αποτέλεσμα. 
Αποκορύφωμα αποτελεί η χρήση του ‘Immigrant Song’ των Led Zeppelin, ενώ και το cast είναι εξαίρετο (και συμπεριλαμβάνει τους Chris Hemsworth, Tom Hiddleston, Cate Blanchett, Jeff Goldblum, Karl Urban, και Anthony Hopkins).

Στο Justice League (2017) του σκηνοθέτη Zack Snyder, οι Batman (Ben Affleck), Wonder Woman (Gal Gadot), The Flash (Ezra Miller), Aquaman (Jason Momoa) και Cyborg (Ray Fisher), ανασταίνουν τον Superman (Henry Cavill) προκειμένου να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν μια ανείπωτη εξωγήινη απειλή.

Το Jumanji: Welcome to the Jungle (2017) του σκηνοθέτη Jake Kasdan διαθέτει ένα υπέροχο καστ (πρωταγωνιστούν οι Dwayne Johnson και Jack Black, καθώς και η πανέμορφη Karen Gillan) και τόνος θεάματος και νοσταλγίας.

Επίσης, δεν ξέρω πως τα κατάφερα, αλλά έβγαλα εις πέρας και ένα Planet of the Apes (1968 – σήμερα) binge κατά το οποίο είδα τα Planet of the Apes (1968), Beneath the Planet of the Apes (1970), Escape from the Planet of the Apes (1971), Conquest of the Planet of the Apes (1972), Battle for the Planet of the Apes (1973), Rise of the Planet of the Apes (2011), Dawn of the Planet of the Apes (2014), και War for Planet of the Apes (2017). 
Μάλιστα πέρασα τόσο καλά, που κάποια στιγμή θα γράψω εκτενώς σε αυτή τη στήλη για τις τηλεοπτικές σειρές του franchise.

Ακόμη, πάλι χωρίς να ξέρω πως τα κατάφερα, έβγαλα εις πέρας και ένα Mission: Impossible (1996 – σήμερα) binge κατά το οποίο είδα τα Mission: Impossible III (2006), Mission: Impossible – Ghost Protocol (2011), και Mission: Impossible – Rogue Nation (2015). 
Μάλιστα πέρασα τόσο καλά, που κάποια στιγμή θα γράψω εκτενώς σε αυτή τη στήλη και για τη σχετική αυθεντική τηλεοπτική σειρά.

Και πάλι χωρίς να ξέρω πως τα κατάφερα, έβγαλα εις πέρας και ένα Universal Soldier (1992 – 2012) binge κατά το οποίο είδα τα Universal Soldier (1992) και Universal Soldier: The Return (1992).

Τέλος, είδα και ένα τηλεοπτικό oddity, το The Pee Wee Herman Show (1981), το οποίο είναι ένα ωριαίο τηλεοπτικό special (μοιάζει με κινηματογραφημένο θεατρικό) που απευθύνεται περισσότερο σε ενήλικες, πράγμα που κάνει τα αστεία του ιδιαίτερα ανατριχιαστικά, ειδικά αν έχετε διαβάσει έστω και το παραμικρό για τον πρωταγωνιστή Paul Reubens.

Η ιστορία συνεχίζεται…

Χρήστος Μουρούκης.